Τρίτη 14 Μαΐου 2013

ένας άνθρωπος


το πρωί τρώει φρυγανιά
το μεσημέρι πουτιγκα
το βράδυ μεδούλι και συκώτι
σπλάχνα ζώων

το πρωί φωνάζει την αστυνομία
το μεσημέρι πλένει τα δόντια του
το βράδυ ερωτεύεται

το πρωί θυμάται τα ποντίκια
το μεσημέρι βάζει παύλες
το βράδυ εκτίθεται στους πελάτες

το πρωί κατεβαίνει στη λαϊκή
το μεσημέρι επιδιορθώνει το ποδήλατο
το βράδυ κοιμάται μαζί με τους αστούς

Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012


ήταν οι μέρες μου μέρες δροσιάς
γεμάτες οίστρο ανέβαιναν στον ουρανό
ίχνη από της πρώτης μουσικής μεσα στο αίμα
και κάθε ήχος χάραζε στο τοπίο μια ανάμνηση
σκοτωμένων εραστών
έβριθε ο τόπος από τους μικροαστούς
-μα ποιος είμαι εγώ για να κρίνω-
σε άθλια καφέ συνωστίζονταν ο κόσμος για λίγο  ήλιο και φρέντο

και γω παρακεί σαν ένας σκύλος
ολοένα γαύγιζα μέχρι που πια είχα γίνει μισητός
και ένας χαρταετός όλο κι ανέβαινε κι ανέβαινε στον ουρανό
κι έλεγα θα σπάσει το σκοινί και πόσο σπάγγο έχει

τη γαλανή αιθρία του ουρανού διάσχισε ένα αεροπλάνο
και δυο φίλες ξαπλωμένες στην άμμο με τα ποδήλατά τους καταγής κουβεντιάζαν
η μιά ξανθιά η άλλη μελαχροινή κορίτσια 16 χρόνων
κι άξαφνα άρχισαν να καταβρέχει η μια την άλλη
κι η μια μπήκε μέσα στο νερό με τα ρούχα

ξαπλωμένη στη νοτισμένη άμμο
δε σκεφτόμουνα τίποτα μόνο ήθελα κανείς μη μ' ενοχλήσει

και κοίταζα τον αφρισμένο από τις ράγες του αεροπλάνου ουρανό και το χαρταετό.

                                                                              Λουτράκι - Κόρινθος 4 Μαρτίου 2012


Ως κι οι αναστεναγμοί μέσα στα δωμάτια των ξενοδοχείων
Χιλιάδες δωμάτια ξενοδοχείων
χιλιάδες λουόμενοι, χιλιάδες επισκέπτες εξ Αθηνών
με τα cayenne, τις Porsche, τις BMW, τα Mini Cooper
και το casino
γεμάτα όλα τα parking και τα cafe και τα club
κι αυτή η λουτρόπολις ανθεί
γεμίζουν τα εστιατόρια
βρίθει το τοπίο, μεστό ανθρώπων
κι η θάλασσα γεμάτη πλαγκτόν, γεμάτη μικρά δελφίνια
επωάσεις ψαριών και λαμνοκόπους
κι η γη μια γιορτή με τα ξενοδοχεία, τους υπαλλήλους, τα γκαρσόνια
κι οι κυρίες να πίνουν τον καφέ τους
κι οι χειμερινοί κολυμβητές να κολυμπούν ή να κάνουν
ηλιοθεραπεία στην καβάντζα τους
εκεί που αναβλύζει ζεστό ιαματικό νερό
ύδωρ της αρεσκείας τους.

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Όλα αυτά δεν έχουν νόημα
απλά είναι το τέλος της γιορτής
μας ξεσηκώνει ο αντιφωνητής
κ η Μαρία Νεφέλη 20 χρονών
ξεσκίζεται στο γαμήσι

Εκδορές μέσα σε κρεοπωλείο
η μυρωδιά του αίματος
πλήγωσε τον πατέρα
με το γαντοφορεμένο χέρι του
έκοβε κιμά

δεν θέλω να προλάβω τον οίκτο σου
θα μείνω για πάντα ένα άθλιο ζώο
θα συνευρίσκομαι με συνδαιτημόνες
θα πίνω τζιν
και θα προσδοκώ να γλύψω τις στάλες της αιωνιότητας
το γλιτσιασμένο της αιδοίο

Ω πόσο με απωθεί αυτός ο στωικός στόμφος
γεμάτη τσιγγάνικα αντιφωνητά
τραγωδίας απόπλους
να σε ξεπλένει
να γλιτώσεις απ' τα μικρόβια
υϊκή στύση χαιρέκακης εφηβείας
το τραύμα επανέρχεται

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Στη Σελήνη

θυμίαμα με αρώματα


Ηλεκτρική Σελήνη, θεϊκή
 Διαμάντι της Νύκτας που λάμπεις
Γύρω σου χλομιάζουν τ' άστρα
Κι ο Ουρανός ξεθωριάζει


Κυνηγάς τον ήλιο
Σπέρνεις αστέρια -παιδιά
Εσύ συντροφεύεις τις ακόλουθες της Αταλάντης
στα κηνύγια τους
μέσα στα βαθύσκιωτα χλοερά του Ταϋγέτου δάση

Εσύ μέλπεις των άστρων ωδές
εσύ ηδύτητα, εσύ κάλος αρχαίο
εσύ δύεις το ξημέρωμα και δίνεις
τη θέση σου
στον Παντεπόπτη


Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011


...
πολλούς φαντάρους είχε έξω σήμερα.\
είναι καινούργιοι και δεν ξέρουν την πόλη. \
κάποιοι έψαχναν για ίντερνετ καφέ 2 άλλοι ρώτησαν για κωμμωτήριο.\
 έχει γεμίσει ο τόπος μοιάζουν όλοι ίδιοι με τα κοντά φανταρίστικα κουρέματα με τα φτωχά τους ρούχα. \
εγώ έπινα σοκολάτα και ψιλόβρεχε.\
 καθόμουν δίπλα στη σόμπα με τη Στέλλα και τη Λία. \
ζήτησα τον αναπτήρα από έναν από αυτούς :του είπα:φιλαράκο μπορώ να έχω τον αναπτήρα σου;


Ξεχνιέσαι ξαπλωμένη μέσα στο ξύλινο
λίκνο σου έτοιμη για τον τάφο
Ξεχνιέσαι
Μια ύστατη προσπάθεια να κρατηθείς
μέσα σε ένα στόμα
λόγος που θα προφερθεί από χείλη υγρά

Χωρίς μικρόφωνο μέσα στη φωτεινή αίθουσα
                                    εις μνήμην

Του θανάτου ποίημα. Του θανάτου
κι όλων
                      αυτών που πίστεψαν.